top of page
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ZERO
του Γιάννη Κατσιγιάννη
Μια φορά κι έναν καιρό, στην αυλή ενός σχολείου, υπήρχε μια ξεχασμένη , μικρή αίθουσα βιβλιοθήκη,ς η οποία βρέθηκε ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ , όπως έγραψαν με πράσινη μπογιά και παχύ πινέλο στην ξύλινη πόρτα της.
Μόνο δυο παιδιά κατάφεραν να μπουν, με οργανωμένο σχέδιο, ο Μάριος και η Μαρίνα. Μέσα, αντίκρισαν σκουριασμένα ράφια με βιβλία, τα οποία ήταν χωρισμένα ανάλογα με το περιεχόμενό τους σε κατηγορίες και είχαν μπροστά ταμπελίτσες για να τα ξεχωρίζουν.
Ένα όμως ξεχώριζε περισσότερο από όλα, καθώς είχε μια ταμπελίτσα φτιαγμένη από ένα αλουμινένιο κουτάκι της Κόκα-Κόλα. Το παράξενο αυτό βιβλίο είχε ένα στραπατσαρισμένο εξώφυλλο που έγραφε «ΖΕΡΟ». Ξεφυλλίζοντας το έβλεπες μόνο άσπρες σελίδες.
Ο Μάριος άρχισε να ξύνει μία-μία τις σελίδες και τότε ακούστηκε μία φωνή να του λέει:
- Μη καλέ, σταμάτα! Θα με κάνεις να σκάσω από τα γέλια. Σταμάτα, δεν αντέχω άλλο, γαργαλιέμαι!
Η φωνή ακούστηκε από το βιβλίο. Τα παιδιά είχαν μείνει ακίνητα και έκπληκτα! Ο Μάριος, ο οποίος συνήλθε πρώτος από το σοκ, ρώτησε:
- Ποιος είσαι και τι θέλεις εδώ μέσα;
- Ποιος είσαι και τι θέλεις εδώ μέσα; ήρθε η παιχνιδιάρικη απάντηση από το βιβλίο.
- Είμαστε η Μαρίνα και ο Μάριος και θέλουμε να κρυφτούμε από τα άλλα παιδιά, απάντησε η Μαρίνα.
- Κρυφτό παίζετε; ρώτησε πάλι το βιβλίο.
- Κάτι τέτοιο. Μόνο που το παίζουμε μόνοι μας, γιατί οι άλλοι δεν μας παίζουν, είπε ο Μάριος.
- Μας κοροϊδεύουν κι εμείς αποφασίσαμε να μη μας βλέπουν καν. Να εξαφανιστούμε απ’ όλους, απάντησε η Μαρίνα.
- Κι έτσι θα ζήσετε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής σας; Θα κρύβεστε από τους άλλους για να μην σας κοροϊδεύουν; Κι όταν μεγαλώσετε; Έτσι θα κρύβεστε πάντα; ρωτούσε με επιμονή το βιβλίο.
Ο Μάριος ένιωθε κιόλας άβολα και προσπάθησε να αλλάξει την κουβέντα.
-Κι εσύ; Ποιος είσαι; Τι κάνεις εδώ;
-Η ιστορία μου είναι μεγάλη, αλλά ένα σας λέω: ΕΙΜΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΑΛΛΑ ΒΙΒΛΙΑ. Άλλωστε θα το διαπιστώσατε ήδη. Εγώ μπορώ να μιλάω, ακόμα και να πετάω. Να εμφανίζομαι και να εξαφανίζομαι. Με λένε Ζερό. Εσείς τι μπορείτε να κάνετε;
-Μμμμ, σκέφτηκε η Μαρίνα. Νομίζω ότι μπορώ να χορεύω πολύ καλά. Πάντως τα καταφέρνω και στο τραγούδι.
-Εγώ σε τίποτα δεν είμαι καλός, είπε ο Μάριος και κατέβασε λυπημένος το κεφάλι του.
- Μην τον ακούς Ζερό. Είναι ο καλύτερος μαθητής στην τάξη. Γι’ αυτό όλοι τον αντιπαθούν. Γράφει και τις πιο όμορφες εκθέσεις και η δασκάλα τού λέει ότι μπορεί να γίνει σπουδαίος συγγραφέας, τον υπερασπίστηκε η Μαρίνα.
Και τότε είπε ο Ζερό με επίσημη φωνή:
-Φίλοι μου, τα βάσανά σας τελείωσαν. Ακούστε με προσεκτικά…
Το επόμενο πρωί, μετά την προσευχή, μια γλυκιά μελωδία απλώθηκε στο χώρο του σχολείου. Η Μαρίνα είχε ανέβει στην εξέδρα και με την πανέμορφη φωνή της άρχισε να τραγουδάει ένα τραγούδι για την άνοιξη. Τα λόγια του τα είχε γράψει ο Μάριος. Τα δύο παιδιά είχαν γίνει πλέον τα πιο δημοφιλή πρόσωπα του σχολείου και κανένας δεν σκέφτηκε να τους κοροϊδέψει ξανά. Κι αυτό, γιατί οι ίδιοι δεν ένιωσαν ποτέ ξανά διαφορετικοί.
Όσο για τον Ζερό, η αποστολή του είχε τελειώσει. Κι όπως δε γίνεται πάντα στη ζωή, στο τέλος έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!!!
bottom of page